Η Ούμπρια είναι είναι ένας καταπράσινος, εξαιρετικά εύφορος τόπος, με διάσπαρτα χωριά και πόλεις ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής γοητείας. Δίπλα στο φημισμένο και κουκλίστικο Πόρτο Φίνο της Ιταλικής Ριβιέρας υπάρχει ένας άλλος κολπίσκος, που μάλιστα διαθέτει και παραλία, σε αντίθεση με το ονομαστό (πρώην) ψαροχώρι των διασήμων. Το όνομα αυτού του μικροσκοπικού οικισμού είναι Παράτζι (Paraggi), που στη γλώσσα του Δάντη σημαίνει «στη γειτονιά, στα πέριξ, εκεί δίπλα». Αυτήν ακριβώς τη μοίρα του Παράτζι, να στέκει δηλαδή εσαεί κάπως σαν φτωχός συγγενής δίπλα, αλλά συγχρόνως στη σκιά ενός τόσο δημοφιλούς «γείτονα», βιώνει εδώ και αιώνες η ιταλική επαρχία της Ούμπρια. Διότι ενώ το φυσικό της τοπίο δεν έχει καμιά ουσιαστική διαφορά από εκείνο της όμορης Τοσκάνης, είναι σαφώς η δεύτερη που μονοπωλεί τις φιλοφρονήσεις, την κοσμοσυρροή και το εμμονικό ενδιαφέρον του κόσμου όλου. Ισως καλύτερα έτσι…
Η Ούμπρια, με τις εύφορες κοιλάδες της, τους τρεις παραποτάμους του Τίβερη και τα γραφικά χωριά που ακροπατούν στις κορφές των πράσινων λόφων της, παραμένει μια περιοχή η οποία απευθύνεται στον ταξιδευτή που κινείται έξω από την πεπατημένη. Αν και, βέβαια, στην Ιταλία είμαστε. Οπότε, μια επαρχία που διαθέτει την Ασίζη και το Σπολέτο στη φαρέτρα της δεν τη λες δα και terra incognita…
Οντας η μοναδική ιταλική επαρχία που ούτε βρέχεται από θάλασσα ούτε συνορεύει με κάποια άλλη χώρα, η Ούμπρια είναι γνωστή ως «η πράσινη καρδιά της Ιταλίας» (il cuore verde d’ Italia). Το προσωνύμιο προέρχεται από ένα στίχο του ποιητή Τζιόζουε Καρντούτσι και κανονικά αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη και ωραιότατη περιοχή της Ούμπρια: τις πηγές του ποταμού Κλιτούνο.Συγχρόνως, όλο αυτό το πράσινο, ειδικά στην καλλιεργημένη του έκφανση, οπισθογράφει την ονομαστή ρουστίκ τοπική κουζίνα, αφού προσφέρει απλόχερα εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο, πανσπερμία μυρωδικών, καλό κρασί και ξακουστές μαύρες και άσπρες τρούφες, ανάμεσα σε δεκάδες άλλες ποικιλίες μανιταριών. Και βέβαια, από την Ούμπρια δεν αναχωρεί κανείς αν δεν γευτεί το ντόπιο χοιρινό, που μαγειρεμένο ή σε μορφή αλλαντικού antipasto κερδίζει κάθε ουρανίσκο.
Καμιά εικοσαριά χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της πρωτεύουσας Περούτζια βρίσκεται ο κορυφαίος πόλος έλξης της συγκεκριμένης επαρχίας: κάθε χρόνο, κοντά έξι εκατομμύρια επισκέπτες, βαθιά θρησκευόμενοι στην πλειονότητά τους, καταφθάνουν εδώ για προσκύνημα στον τάφο του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης· του νεαρού ευγενούς του 13ου αιώνα, ο οποίος απαρνήθηκε οφίκια και πλούτη και έκανε την υλική ένδεια και την αυτοσυγκράτηση παντιέρα του, ιδρύοντας το τάγμα των Φραγκισκανών μοναχών. Ο «φτωχούλης άγιος» της Ασίζης έχει ταφεί κάτω από μια μεγαλόπρεπη βασιλική εκκλησία, ο κυρίως ναός της οποίας είναι διακοσμημένος με 28 τοιχογραφίες διά χειρός Τζιότο, που εξιστορούν τη ζωή του Αγίου Φραγκίσκου. Ολη η πόλη πάλλεται στους ρυθμούς του διασημότερου τέκνου της – από τα αναρίθμητα τουριστικά σουβενίρ ώς τις κατανυκτικές περιφορές της Μεγάλης Παρασκευής, με τους πιστούς ντυμένους σαν εκείνον, να φορούν ακάνθινο στεφάνι και να φέρουν το σταυρό με πόδια γυμνά.
Κατά τα λοιπά, για τους λιγότερο θρήσκους, η Ασίζη επιφυλάσσει επίσης όμορφες στιγμές, με βόλτες στα σοκάκια, εκεί στις υπώρειες του Σουμπάσιο.Κατά μήκος της κεντρικής πεζοδρομημένης αρτηρία Βανούτσι (Vanucci), δίπλα στους πανταχού παρόντες μουσικούς, ζογκλέρ και λοιπούς καλλιτέχνες του δρόμου, μουσεία όπως το Κολέτζιο ντελ Κάμπιο (Collegio del Cambio) και η εθνική πινακοθήκη της Ούμπρια θυμίζουν ότι η περιοχή υπήρξε λίκνο της αενάως σαγηνευτικής ιταλικής Αναγέννησης.
Αν μάλιστα περπατήσεις τη Βανούτσι από το ένα άκρο της ώς το άλλο, θα ξεκινήσεις από ένα υπέροχο μπελβεντέρε με θέα τη νέα πόλη και την κοιλάδα του Τίβερη και θα τερματίσεις στην άλλη πλευρά, προς την παλιά πόλη, όπου καταμεσής της μεγαλοπρεπούς πλατείας της 4ης Νοεμβρίου δεσπόζει η περίφημη κρήνη Ματζόρε (Maggiore), χτισμένη τον 13ο αιώνα προς τιμήν των τεχνών αλλά και του ζωδιακού κύκλου.
Η περιοχή φημίζεται για τις παγωταρίες της. Τα παγωτά εντυπωσιάζουν με την ποικιλία σε γεύσεις και χρώματα, κάνοντας τα παιδιά να λατρέψουν το μέρος.
Κατευθυνόμενοι βόρεια λίγα χιλιόμετρα μακριά θα συναντήσετε την ιδιοκτησία Murlo, που φιλοξενεί τον ναό San Savino του 14ου αιώνα. Εκεί κάθε Κυριακή συγκεντρώνονται πλήθος πιστών, όχι μόνο για προσκύνημα, αλλά και για κους κους.
Το θέρετρο, που ανήκει στην Carlotta Radziwill διαθέτει δική του πισίνα, ενώ ένα ολόκληρο πετρόκτιστο συγκρότημα από πολυτελή σπίτια μοιάζει να είναι επεκταση του ναού. Σε αυτήν την περιοχ΄το μόνο που θα ακούσετε είναι το θρόισμα των φύλλων, που παρασέρνει ελαφρά ο άνεμος. Αν έχετε κιάλα τότε σίγουρα πρέπει να τα πάρετε μαζί σας και να χαζέψετε αγριογούρουνα και ελάφια που ζουν στην περιοχή.
Ένα πλήθος δραστηριοτήτων για μεγάλους και παιδιά στην αγκαλιά της φύσης θα σας βοηθήσει να αφήσετε τα πάντα πίσω σας και να φορτίσετε μπαταρίες.
Στην κάπως πομακρισμένη Γκούμπιο, ακόμα πιο βόρεια, που στο παρελθόν ήταν οχυρή πόλη της δυτικής πλευράς των Απεννίνων υπάρχει ένα ρωμαϊό θέατρο που χρονολογείται τον 11ο αιώνα. Σε περίοπτη θέση το ρωμαϊκό θέατρο διαθέτει ψηλούς πύργους, πολεμίστρες, μαρμάρινες πλατείες ακόμα και ένα τελεφερίκ – ένα μεταλλικό καλάθι -που φτάνει μέχρι την εκκλησία στην κορυφή του λόφου.
Μπορεί η Τοσκάνη να φημίζεται για τα μουσεία της, ωστόσο, η υποτιμημένη Ούμπρια έχει τη δική της χάρη και είναι ένας από τους κορυφαίαους προορισμούς για να ζήσει κανείς μια αξέχαστη εμπειρία διακοπών δίπλα στη φύση!