Το Ντουμπάι έχει τόσα εστιατόρια, που για να φάει κανείς σε όλα θα έπρεπε να επισκέπτεται ένα καινούργιο κάθε μέρα, και θα χρειαζόταν περίπου 50 χρόνια.
Παρόλο που η πόλη προσφέρει αμέτρητες επιλογές σε κουζίνες από όλο τον κόσμο, είναι απορίας άξιο αν κανείς τρώει στο σπίτι του.
Κι όμως, όπως φαίνεται, ντόπιοι και επισκέπτες κάνουν ακριβώς αυτό, απλώς όχι στο δικό τους σπίτι: πληρώνουν πάνω από 80 δολάρια για να τους μαγειρέψουν εντελώς άγνωστοι στα «supper clubs».
Τα «supper clubs» είναι ουσιαστικά δείπνα με καθορισμένο μενού που διοργανώνονται από ερασιτέχνες ή επαγγελματίες σεφ. Οι πελάτες συχνά δεν γνωρίζουν το μενού ή την τοποθεσία του δείπνου παρά μόνο αφού κάνουν κράτηση. Οι άνθρωποι ενθαρρύνονται να έρχονται μόνοι τους ή με έναν μόνο φίλο, ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να γνωριστούν με τους άλλους παρευρισκόμενους. Ο καθένας μπορεί να φέρει τα δικά του ποτά.
Το φαινόμενο δεν είναι κάτι καινούργιο για το Ντουμπάι, αλλά τον τελευταίο καιρό έχει εκτοξευθεί με την underground γαστρονομική σκηνή να προσφέρει δεκάδες εμπειρίες.
«Ήθελα να φέρω τους ανθρώπους κάτω από την ίδια στέγη, σε ένα τραπέζι, να τους βοηθήσω να μιλήσουν χωρίς όρια και απλώς να μοιραστούν ένα ωραίο γεύμα και μια συζήτηση», λέει ο Παλαιστίνιος σεφ Ahmad Halawa στο CNN, ο οποίος ξεκίνησε το δικό του supper club το 2019, διοργανώνοντας δείπνα τα Σαββατοκύριακα και κάνοντας παράλληλα μιας εργασίας πλήρους απασχόλησης στο μάρκετινγκ.
Όπως αναφέρει, στην αρχή, στα δείπνα του πήγαιναν μόνο φίλοι και συγγενείς του. Ωστόσο, μόλις άρχισε να διαδίδεται η φήμη για τα νόστιμα πιάτα του Halawa, «έρχονταν άγνωστοι άνθρωποι στο σπίτι μου – έκλειναν τις θέσεις τους για να έρθουν να απολαύσουν την εμπειρία», λέει.
Οι άνθρωποι βρίσκουν ως επί το πλείστον τον Halawa από στόμα σε στόμα ή στο Instagram και οι θέσεις για τις εκδηλώσεις του συνήθως κλείνουν εντός δύο ημερών. Ο ίδιος άφησε τη δουλειά του το 2021 και τώρα φιλοξενεί έως και 30 καλεσμένους δύο φορές την εβδομάδα στην αυλή του σπιτιού του, διακοσμησμένη με ένα κομψό τραπέζι δεξιώσεων, συνθέσεις λουλουδιών και φωτάκια.
Αυτοί οι άγνωστοι πληρώνουν πάνω από 100 δολάρια το άτομο για να απολαύσουν τα δημιουργικά λεβαντίνικα μενού του, συμπεριλαμβανομένου του περίφημου knafeh του, ενός παραδοσιακού αραβικού γλυκού που φτιάχνεται με λεπτή ζύμη και γλυκό μαλακό τυρί.
Ενώ το εξαιρετικό φαγητό είναι το κλειδί για κάθε δείπνο, ο Halawa υποψιάζεται ότι η κοινωνική διάσταση των supper club κερδίζει την απήχησή τους στο Ντουμπάι, όπου περίπου το 90% του πληθυσμού είναι ξένοι.
«Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι μακριά από το σπίτι και τις οικογένειές τους, γι’ αυτό ήθελα να δημιουργήσω αυτή την αίσθηση της κοινότητας που είναι λίγο στρεβλή στο Ντουμπάι», λέει, προσθέτοντας ότι τα δείπνα του σερβίρονται οικογενειακά σε κοινό τραπέζι και όχι σε πιατέλα ανά άτομο όπως στα εστιατόρια.
«Οι άνθρωποι χάνουν αυτή την αυθεντικότητα», λέει ο Halawa. «Tα supper club προσφέρουν μια πιο οικεία, προσωπική εμπειρία για τον παρευρισκόμενο».
Δημιουργική μαγειρική
Η σημαντική αύξηση της δημοτικότητας των supper clubs στο Ντουμπάι οφείλεται, τουλάχιστον εν μέρει, σε ορισμένα γαστρονομικά success stories. Πέρυσι, το Hawkerboi πέρασε από τις sold out εκδηλώσεις supper club, ώσπου έγινε ένα ανερχόμενο εστιατόριο στην πόλη.
Εν τω μεταξύ, το πάθος της αυτοδίδακτης σεφ Neha Mishra για το ramen συγκέντρωσε μια λατρεία που μετέτρεψε το supper club της – sold out για έξι φορές την εβδομάδα επί τρία χρόνια – σε ένα εστιατόριο, το Kinoya, το 2021. Κατατάχθηκε στο νούμερο 11 στη λίστα με τα 50 καλύτερα εστιατόρια στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, αναγνωρίστηκε από τη Michelin Bib Gourmand, και μόλις άνοιξε ένα δεύτερο κατάστημα, στο Λονδίνο.
Ιστορίες επιτυχίας όπως της Mishra έχουν εμπνεύσεικι άλλους να δοκιμάσουν την τύχη τους. Ο Dragan Susa, ο σεφ ανάπτυξης ιδεών στην Emirates Flight Catering, άρχισε να φιλοξενεί supper clubs το 2021. Ενώ στη δουλειά περνάει περισσότερο χρόνο σε ένα γραφείο παρά στην κουζίνα, το supper club του δίνει ελευθερία να είναι δημιουργικός.
Το μενού οκτώ πιάτων του Susa, που ξεκινά από 110 δολάρια ανά άτομο, περιλαμβάνει πιάτα από την παιδική του ηλικία στην Κροατία, τη Σερβία και την Ελλάδα και μοιράζεται την προσωπική του ιστορία, συνδυάζοντας βαλκανικές και ελληνικές επιρροές με εποχιακά υλικά που διατίθενται στο Ντουμπάι. Όπως και ο Halawa, πιστεύει ότι η αναζήτηση της αίσθησης του ανήκειν είναι ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντας επιτυχίας αυτών των εμπειριών.
«Το Ντουμπάι είναι μια πόλη με γρήγορους ρυθμούς, οι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν, μένουν εδώ για ένα ή δύο χρόνια», λέει ο Susa, προσθέτοντας ότι τα supper clubs επιτρέπουν στα άτομα να συναντήσουν ανθρώπους εκτός του επαγγελματικούς χώρου και του υπάρχοντα κοινωνικού κύκλου τους.
Ο foodie Dave Luis επισκέφθηκε το πρώτο του supper club τον Ιούλιο του 2022, το Kuv’s Secret Supper Club. Έκτοτε έχει συμμετάσχει σε πολλά ακόμη.
«Μου αρέσει να τρωω έξω, αλλά είχα κουραστεί με τη γαστρονομική σκηνή του Ντουμπάι», λέει ο 50χρονος Νοτιοαφρικανός, που τώρα ζει στην πόλη. «Η ιδέα ενός supper clib, στο σπίτι του σεφ, ήταν πολύ πιο προσωπική και αξέχαστη – μια πρόσκληση για εξερεύνηση και δοκιμή πιάτων που συνήθως δε συναντάς σε ένα εστιατόριο».
Για τον Luis, η κοινωνική πτυχή είναι εξίσου σημαντική. «Είναι τόσο σπάνιο να έχεις μια βραδινή έξοδο όπου η απόλαυση του φαγητού να συνδυάζεται με την κοινωνικοποιήση και την απόλυτη χαρά της συνάντησης ανθρώπων από διαφορετικούς πολιτισμούς. Πολλοί από τους οποίους έχουν γίνει φίλοιΓια τον Luis, η κοινωνική πτυχή είναι εξίσου σημαντική. «Είναι τόσο σπάνιο να έχεις μια βραδινή έξοδο όπου η απόλαυση του φαγητού να συνδυάζεται με την κοινωνικοποιήση και την απόλυτη χαρά της συνάντησης ανθρώπων από διαφορετικούς πολιτισμούς. Πολλοί από τους οποίους έχουν γίνει φίλοι», προσθέτει.
“Καρδιά και ψυχή του γαστρονομικού χώρου”
Τα supper clubs λειτουργούν σε μια γκρίζα ζώνη: δεν είναι εστιατόρια, επομένως δεν χρειάζονται άδειες υγειονομικού ενδιαφέροντος, γεγονός που καθιστά εύκολη τη λειτουργία τους. Αυτό σημαίνει επίσης ότι δεν ελέγχονται από παραδοσιακούς φορείς υγιεινής και ασφάλειας.
Ο επιχειρηματίας Kevin Vaz, σε μια προσπάθεια να δραστηριοποιηθεί επιχειρηματικά στον χώρο, συνίδρυσε το Splidu, μια εφαρμογή που συνδέει τα εστιατόρια με μοναδικές υπόγειες γαστρονομικές εμπειρίες στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η εφαρμογή διευκολύνει τη διαδικασία κράτησης, την πληρωμή και τη νομική γραφειοκρατία, επιτρέποντας στους σεφ να επικεντρωθούν στη δημιουργικότητα και όχι στα λογιστικά.
«Έχουμε ασφάλειες αστικής ευθύνης που συνδέονται με την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, η οποία παρέχει επίσης προστασία στον επισκέπτη, στον σεφ, καθώς και σε κάθε άλλο εμπλεκόμενο», λέει ο Vaz.
Ενώ πλατφόρμες όπως το «Design My Night» λειτουργούν στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Αυστραλία και την Ιρλανδία, και η παγκόσμια εφαρμογή Eventbrite κάποιες φορές παραθέτει και κάποια supper clubs, ο Vaz λέει ότι το Splidu είναι μεταξύ των πρώτων που επικεντρώνεται αποκλειστικά στην underground γαστρονομική σκηνή. Ελπίζει να δημιουργήσει μια ξεχωριστή κατηγορία στη βιομηχανία τροφίμων και ποτών για τον κλάδο, παρόμοια με το πώς έχουν εξελιχθεί οι υπηρεσίες delivery.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Splidu, περισσότεροι από 4.000 πελάτες έχουν κάνει κράτηση για εμπειρίες στην πλατφόρμα της supper club το πρώτο εξάμηνο του 2024, με μέσο όρο 41 εμπειρίες που προσφέρονται κάθε μήνα.
«Αυτή είναι η καρδιά και η ψυχή της γαστρονομίας», λέει, προσθέτοντας ότι το 88% των χρηστών κλείνουν τη θέση τους για μια μοναδική εμπειρία. «Μια εμπειρία που δε μπορείς να αποκτήσεις πουθενά αλλού».
Ο Susa, ο οποίος χρησιμοποιεί το Splidu για να προωθήσει τις εκδηλώσεις του, λέει ότι τα supper clubs ήταν ένας πολύ καλός τρόπος για να δοκιμάσει τις ιδέες του και να εξερευνήσει τις γαστρονομικές του φιλοδοξίες – και όπως οι περισσότεροι σεφ, το όνειρο του είναι να άνοιξει το δικό του εστιατόριο.
«Ποτέ δεν ξέρεις ποιος θα είναι εκεί ή ποιον θα ξέρει αυτό το άτομο», λέει ο Susa.
Δείτε επίσης