Η Κατερίνα-Καλλιστώ Γούναρη, ταξιδεύοντας στη χώρα του Σιάµ, ίσως τυχαία, ίσως από κάρµα, βρέθηκε στη διασηµότερη ασιατική γιορτή για τη γέννηση, τη φώτιση και την κοίµηση του Βούδα.
Κόντευε 06:00 όταν το φέριµποτ, γλιστρώντας σχεδόν, µας άφησε στην ήρεµη αποβάθρα του Σουρά-Τανί, νοτιοδυτικά της χώρας. Ένα γκρουπ ντόπιων έκανε το καθιερωµένο πρωινό τάι-τσι. Ήταν νωρίς και η ζέστη δεν είχε αρχίσει ακόµη. Καθίσαµε σε ένα cafe µε µεγάλες µαξιλάρες, για να απολαύσουµε ένα pancake, µιας και µεσολαβούσαν αρκετές ώρες ως την επόµενη επιβίβασή µας για τα νησιά τoυ κόλπου της Ταϊλάνδης. Ξαφνικά, παρατηρήσαµε µια περίεργη κίνηση. Ταϊλανδοί, κρατώντας φαγητά και λουλούδια, κατευθύνονταν µε αργά βήµατα προς τους βουδιστικούς ναούς της περιοχής. Κάποιοι είχαν µαζί τους κλουβιά µε πουλιά. Όσο περνούσε η ώρα, πλήθαιναν, ώσπου τελικά γέµισαν τους γύρω δρόµους. Σίγουρα επρόκειτο για µια ξεχωριστή µέρα…
Ένας «βετεράνος» ταξιδιώτης µάς πληροφόρησε σχετικά. Εκείνο το βράδυ, στην πανσέληνο του έκτου σεληνιακού µήνα, το ασιατικό ηµερολόγιο γιόρταζε τη γέννηση, τη νιρβάνα και την κοίµηση του Βούδα. Απέφυγε τη λέξη «θάνατος», καθώς θεωρείται ότι ο Βούδας δεν πέθανε, απλώς µετέβη σε ένα άλλο επίπεδο. Η µέρα αυτή λέγεται Vesakha Buddha και στα σανσκριτικά είναι το όνοµα του µήνα που αντιστοιχεί χρονικά στο διάστηµα του δικού µας Απριλίου-Μαΐου. Από τη Σρι Λάνκα ως το Νεπάλ και από την Ινδονησία ως την Κίνα, αν και µε διαφορετικό όνοµα σε κάθε χώρα, η µέρα αυτή σε κάθε βουδιστικό ναό γιορτάζεται µε ιερότητα από την αυγή ως αργά το απόγευµα. Εµείς ήµασταν ακόµη θεατές όταν οι δρόµοι στο καταµεσήµερο βάφτηκαν πορτοκαλί από το ένδυµα των βουδιστών µοναχών, που ξεκινούσαν κάτι σαν παρέλαση. Με βάρκες στην αποβάθρα έπαιρναν ευγενικά τις προσφορές των ντόπιων: φρούτα, ρύζι, χυµούς. Μην αγγίζοντας τις γυναίκες, οι µοναχοί επαιρναν τις προσφορές τους, τοποθετώντας τις σε ένα κόκκινο µαντίλι, πριν τις βάλουν στο καλάθι τους. Έπειτα, πλησίαζαν τον κόσµο, προσκαλώντας µας στο ναό για να προσευχηθούν εκείνοι για το πνεύµα µας. Έτσι, καταλάβαµε ότι κάθε ναός είναι µοναστήρι.
Ακολουθώντας το κάλεσµα, µπήκαµε ξυπόλητοι στην κοντινότερη παγόδα και, προχωρώντας γονατιστοί, προσκυνήσαµε το µεγάλο ορειχάλκινο άγαλµα του κοιµισµένου Βούδα. Το εσωτερικό του ναού ήταν γεµάτο από λευκοντυµένους πιστούς που προσεύχονταν οκλαδόν (το χρώµα της αγνότητας). Τα πρόσωπά τους εξέπεµπαν πραότητα. Επικρατούσε µια απόκοσµη ηρεµία και, παρά τον κόσµο, ήταν δροσερά. Ένας µοναχός, σαν τιµώµενο πρόσωπο, διέσχισε το χώρο και έκατσε απέναντι από το πλήθος, σε µέρος υπερυψωµένο. Άρχισε να µιλά µε βαθιά και σταθερή φωνή. Τα λόγια του µεταφράζονταν µέσα από τα βλέµµατα των παρευρισκοµένων. Πολύ αργότερα µάθαµε ότι όσα µας απηύθυνε προέρχονταν από τοΝτχάρµα -τη διδασκαλία του Βούδα πριν 25 αιώνες- και αποτελούσαν µια πρόσκληση για πνευµατική ανύψωση ή, στη βουδιστική γλώσσα, για φώτιση και ευδαιµονία. Στα µάτια µας, που δεν είχαν απεκδυθεί ακόµα τη δυτική κουλτούρα, τούτη η ταπεινή τελετή φάνταζε ολόκληρη µυσταγωγία. Βγαίνοντας από το ιερό, ένα είδος κάθαρσης είχε συντελεστεί. Οι συµµετέχοντες στους δρόµους άνοιξαν τα κλουβιά σχεδόν ταυτόχρονα και για λίγο ο ουρανός γέµισε πουλιά.
Αυτή η κίνηση στη βουδιστική φιλοσοφία συµβολίζει την απελευθέρωση του πνεύµατος από τα γήινα δεσµά του και, όσο και αν ακούγεται περίεργο, βιώσαµε και εµείς ένα παρόµοιο συναίσθηµα. Σουρούπωνε και ήταν πια η ώρα της επιβίβασής µας για τη συνέχεια του ταξιδιού µας. Το φεγγάρι είχε βγει. Από την αποβάθρα του Σουρά-Τανί είδαµε δεκάδες κεριά να ανάβουν στα χέρια των µοναχών και των πιστών, που, γονατιστοί, τα εναπόθεταν στο έδαφος µε ευλάβεια. Την ίδια στιγµή, κάτω από την πανσέληνο, συνέβαινε το ίδιο σε χιλιάδες ναούς της χώρας. Όπως αποµακρυνόµασταν, στα αυτιά µας έφτανε µια ψαλµωδία από πολλές φωνές, ώσπου τα φωτάκια από τα κεριά σιγά σιγά σταµάτησαν πια να φέγγουν…
Πηγή: Icons Travellers