Η λίμνη Τιτικάκα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη λίμνη στη Νότιο Αμερική, καταλαμβάνοντας έκταση (8.490 τετραγωνικά μέτρα) σχεδόν όσο η Κρήτη. Αποτελεί ένα ιδιαίτερο γεωλογικό μόρφωμα, σε πολύ μεγάλο υψόμετρο (3.820 μέτρα) αφού συγκεντρώνει νερό από 25 ποτάμια που την τροφοδοτούν ασταμάτητα.
Έγινε διαχρονικό σημείο αναφοράς για τον πολιτισμό των Ίνκας που πίστευαν ότι από την λίμνη ξεκίνησε η δημιουργία της ζωής.
Από τις τεράστιες εισερχόμενες ποσότητες νερού μόνο το 5% του υδάτινου πλεονάσματος της λίμνης εκρέει μέσω ενός μικρού ποταμού προς τη Βολιβία. Το υπόλοιπο εξατμίζεται από την ηλιακή ακτινοβολία και τους ισχυρούς ανέμους που απομακρύνουν τους υδρατμούς. Έχει 41 νησιά, πολλά εκ των οποίων πυκνοκατοικημένα, με μεγαλύτερο το ομώνυμο νησί Τιτικάκα. Τα νερά της λίμνης μοιράζονται το Περού και η Βολιβία, δημιουργώντας έναν γεωγραφικό χώρο κοινού συμφέροντος, το οποίο δεν ειναι άλλο από τον προσδοκώμενο τουρισμό.
Ένα από τα ιδιαίτερα τουριστικά αξιοθέατα της λίμνης, είναι τα πλωτά νησιά της φυλής των Ούρος. Αυτή η φυλή πιστεύεται οτι είναι απόγονοι των Ίνκας. Μιλούν την δική τους διάλεκτο και ζουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως και οι πρόγονοί τους εκατοντάδες χρόνια πριν. Εξακολουθούν να ακολουθούν τους τρεις κανόνες της Αυτοκρατορίας των Ίνκας: «Να μην κλέβεις, να μην αδρανείς και να μη λες ποτέ ψέματα.» Ο αριθμός τους φτάνει περίπου τους χίλιους. Κατοικούν πάνω σε πλωτά νησιά φτιαγμένα από ένα είδος καλαμιού την «τοτόρα» που υπάρχει άφθονο στις όχθες της λίμνης. Με αυτό φτιάχνουν τα σπίτια τους και τις βάρκες τους που λέγονται «καμπαλίτος» και τις χρησιμοποιούν για να μετακινούνται από το ένα νησί στο άλλο.
Ασχολούνται με την αλιεία και τον τουρισμό. Οι γυναίκες Ούρος, φτιάχνουν υφαντά με περίεργες θεότητες των Ίνκας, ξυλοκατασκευές, μικροαντικείμενα, χειροτεχνήματα και πρωτόγονα κοσμήματα που πουλούν στους τουρίστες. Η βασική τροφή των Ούρος είναι τα ψάρια και το καλάμι.
Προμηθεύονται καλαμπόκι και αλεύρι τις λίγες φορές που θα επισκεφτούν το Πούνο, 4 χιλιόμετρα μακριά. Δεν υπάρχουν φρούτα και λαχανικά. Οι συναλλαγές τους γίνονται με ανταλλαγή ειδών, ενώ κάποιοι μεγαλώνουν πουλερικά ή άλλα ζώα για να εξασφαλίσουν το κρέας. Επειδή δεν μπορούν να ανάψουν φωτιά στα καλάμια έχουν επινοήσει πήλινες κατασκευές, μέσα στις οποίες ανάβουν φωτιά.
Είναι διαρκώς απασχολημένοι, αφού η συντήρηση των καλαμένιων νησιών τους χρειάζεται πολλή δουλειά. Τα καλάμια που βρίσκονται διαρκώς μέσα στο νερό σαπίζουν, με αποτέλεσμα τους χειμερινούς μήνες που δεν υπάρχει υγρασία να απαιτείται καινούρια στρώση καλαμιών κάθε ενάμιση μήνα, ενώ το καλοκαίρι με τις πολλές βροχές κάθε δεκαπέντε μέρες. Έχουν κοινοβιακή οργάνωση και η ζωή τους μοιάζει να είναι ειρηνική και ήρεμη.